
Τις τελευταίες εβδομάδες, οι γειτονιές της Δυτικής Αθήνας – Πετρούπολη, Περιστέρι, Ίλιον – βρέθηκαν στο επίκεντρο ανησυχητικών περιστατικών. Η εμφάνιση και δράση νεοναζιστικών και νεοφασιστικών ομάδων σε σχολικούς χώρους δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά ένα κοινωνικό σύμπτωμα που απαιτεί ριζική και κριτική ανάλυση. Αυτά τα φαινόμενα δεν είναι απλώς εκφράσεις «ακροδεξιών» απόψεων, αλλά αποτελούν την τοξική απόληξη των δομικών αντιφάσεων και κρίσεων του κυρίαρχου καπιταλιστικού συστήματος.
Ταυτόχρονα, στις ίδιες γειτονιές της Δυτικής Αθήνας, πλήθος περιστατικών νεανικής και εφηβικής βίας εμφανίζονται στον τύπο.
(Ωμή βία μεταξύ ανηλίκων στην Πετρούπολη: Επιτέθηκαν με μαχαίρια σε μαθητές μέσα σε σχολείο. Από τις επιθέσεις ένας 17χρονος μαθητής μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο https://thriassio.gr
Πετρούπολη: Άγριος ξυλοδαρμός ανήλικης από συμμορία κοριτσιών https://www.megatv.com
Σοβαρό επεισόδιο βίας ανηλίκων: Εξωσχολικοί επιτέθηκαν με μαχαίρια και σιδηρογροθιές σε μαθητές. Ακόμα ένα σοβαρό περιστατικό βίας μεταξύ ανηλίκων, αυτή τη φορά στην Πετρούπολη. https://www.rosa.gr
"Βρείτε τους, φάτε τους": Πώς έγινε ο ξυλοδαρμός των μαθητών από εξωσχολικούς σε Λύκειο της Πετρούπολης. Τι ανέφερε ο μάρτυρας για το περιστατικό βίας που σημειώθηκε στην Πετρούπολη ανάμεσα σε ανήλικους.https://www.thetoc.gr )
Η Συνήγορος του Παιδιού, Θεώνη Κουφονικολάκου, και ο ψυχίατρος και διευθυντής στη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, Γιώργος Νικολαΐδης, με νηφαλιότητα και ψυχραιμία ανατέμνουν το φαινόμενο της νεανικής βίας και παραβατικότητας (https://www.dnews.gr). Αναφέρουν ότι «Τα παιδιά μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον που κινείται από κρίση σε κρίση – οικονομική, κοινωνική, υγειονομική, γεωπολιτική. Δεν έχουν καθόλου μνήμη μιας ζωής όπου το μέλλον μπορούσε να πάει καλύτερα. Παράλληλα, η κυρίαρχη αφήγηση των ενηλίκων προς τα παιδιά ήταν αποεπενδύστε από τον διπλανό σας, κοιτάξτε τον εαυτό σας για να σωθείτε. Μετά μας κάνει εντύπωση η σκληρότητα των περιστατικών βίας μεταξύ των παιδιών».
Η βία όμως των ακροδεξιών οργανώσεων έχει μία ακόμη πιο βαθιά αιτιολόγηση και η σημασία τους είναι ιδιαίτερα βαρύνουσα, καθώς έχει το μανδύα του «πολιτικού» δηλαδή πρότασης για τη διακυβέρνηση του τόπου. Η «πολιτική» διάσταση επομένως της ακροδεξιάς βίας συνιστά το επόμενο βήμα της ανήλικης βίας. Της βίας που θέλει να γίνει καθεστώς.
Πού στηρίζεται; Πώς τα παιδιά μας, τα παιδιά των λαϊκών γειτονιών γίνονται εύκολα θύματα και θύτες;
Πέρα από την κρίση των συλλογικών αξιών, της κοινής ταυτότητας και της αλληλεγγύης, υπάρχει άνοδος των ατομικιστικών αξιών: της επιδίωξης του κέρδους με κάθε τρόπο, της καταναλωτικής εικόνας αυτοπροβολής και της επιβολής. Το ίδιο το σύστημα όμως, δεν μπορεί να υποσχεθεί σε ένα νέο σήμερα ότι θα του εξασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Και αν η μεταπολεμική Ευρώπη στηρίχθηκε στην υπόσχεση της ταξικής κινητικότητας μέσω της επέκτασης της Εκπαίδευσης, σήμερα ούτε και αυτό δεν είναι αρκεί, αφενός γιατί οι νέοι δεν πιστεύουν ότι η Εκπαίδευση μπορεί να τους υποσχεθεί κοινωνική άνοδο, αφετέρου γιατί – ιδίως στα δυτικά της Αθήνας – η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είναι πολύ ακριβή. Η εργασιακή ανασφάλεια και ή έλλειψη ελπίδας και προοπτικής δημιουργεί ένα κλίμα θυμού, απογοήτευσης και ανασφάλειας. Γίνονται έτσι εύκολα πιστευτά τα συνθήματα των ακροδεξιών οργανώσεων για εξιλαστήρια θύματα: Για την σημερινή κοινωνική και οικονομική κατάσταση δεν φταίνε οι πολιτικές και οι αποφάσεις των ισχυρών, αλλά οι «ξένοι» και οι ακόμη πιο «αδύναμοι» αυτού του τόπου. Στηριζόμενοι στην στρεβλή έννοια περί έθνους και φυλής, οικειοποιούμενοι την «πατρίδα» ως εννοιολογικό πεδίο, αποστρέφουν τους νέους από την έννοια της ταξικής εκμετάλλευσης για να στρέψουν την οργή τους στους πλέον αδύναμους, ενώ και η ίδια η βία λειτουργεί ως υποκατάστατο της πολιτικής δράσης.
Ο ρόλος του σχολείου
Όπως είναι γνωστό, η παιδεία είναι αδιαχώριστη από την πολιτική. Μια πραγματική παιδεία πρέπει να συμβάλλει στη δημοκρατική πολιτική δραστηριότητα, η οποία στηρίζεται στην ενεργό συμμετοχή των πολιτών. Το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα, έχει γίνει ένα εργαλείο παραγωγής «σύμμορφων» ατόμων, τα οποία ενδιαφέρονται κυρίως για την απόκτηση «χαρτιού» για επαγγελματικούς λόγους, παρά για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Όταν το σύστημα αποτυγχάνει, τότε οδηγεί σε άμορφο αποπροσανατολισμό των νέων γενεών (Κορνήλιος Καστοριάδης(2000). Η άνοδος της ασημαντότητας Αθήνα: Ύψιλον.). Έτσι το σύγχρονο σχολείο είναι ο ιδεολογικός κεντρικός μηχανισμός του κράτους, το οποίο όσο πιο συντηρητικό είναι τόσο πιο οπισθοδρομική γίνεται η Εκπαίδευση. Η Εκπαίδευση δεν είναι εργαλείο ριζοσπαστικοποίησης των μαζών, αλλά η αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας και κυριαρχίας. Η ανάδειξη του ανταγωνισμού ως κεντρική αξία του σύγχρονου ελληνικού σχολείου, δημιουργεί μαθητές δύο μεγάλων «ταχυτητων» ήδη από τα τέλη του δημοτικού σχολείου: από τη μία πλευρά μαθητές που το προφίλ τους ταιριάζει με το κυρίαρχο μοντέλο, και από την άλλη πλευρά μαθητές που νιώθουν ότι δεν «χωράνε» σε ένα σχολείο χωρίς προοπτική. Στο βαθμό μάλιστα που οι αξίες του σχολείου είναι της «αριστείας» και όχι της αλληλεγγύης και της συλλογικότητας, οι φασιστικές ομάδες προβάλουν μία αίσθηση «ανήκειν» και δύναμης σε εκείνους τους μαθητές που το ίδιο το σύστημα δεν μπορεί να τους δώσει την ελπίδα. Αντί να περιθωριοποιηθούν, κάποιοι νέοι προτιμούν να ενταχθούν σε ομάδες συνομηλίκων με το μανδύα του «πολιτικού».
Πρόταση(ή κάποιες ιδέες για δράση)
Η αντιμετώπιση των φαινομένων των ακροδεξιών και νεοφασιστικών ομάδων δεν είναι μία αστυνομική υπόθεση. Δεν αρκεί ούτε και μία απλή καταδίκη. Είναι η ανάδειξη του πραγματικού υπαίτιου της έλλειψης ελπίδας και προοπτικής: είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ατομικές ευθύνες για εκείνους που χρησιμοποιούν βία ή για εκείνους που την υποθάλπτουν. Αντιθέτως, κάθε φαινόμενο πρέπει να καταδικάζεται από τη γέννησή του. Η πιο αποτελεσματική απάντηση όμως παραμένει η ενεργός συμμετοχή στα κοινά, με αλληλεγγύη και ανθρωπιά.
Θα τελειώσω με ακόμη μία επίκληση στους Νικολαΐδη και Κουφονικολάκου.
«Πρέπει να τονώσουμε τον δεσμό, να βοηθήσουμε τα παιδιά να αισθανθούν ως κοινότητα», λέει ο έμπειρος ψυχίατρος επικαλούμενος μάλιστα μελέτες σε περιοχές με πολύ σκληρή παραβατικότητα ανηλίκων όπως οι φαβέλες της Λατινικής Αμερικής ή οι ντενεκεδουπόλεις της Αφρικής, όπου εφαρμόζονται προγράμματα κοινής δράσης των παιδιών όπως χορωδίες και μουσικές ορχήστρας, με τεκμηριωμένη επιτυχία. Το θέμα δεν είναι πόσους ψυχολόγους έχουμε, αλλά με ποιο κλίμα πάμε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο. Κι αν πάμε είτε με τη λογική της ψυχιατρικοποίησης, είτε της καταστολής θα φάμε τα μούτρα μας, όσους πόρους κι αν διαθέσουμε».
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι απλώς ηθική. Πρέπει να είναι πολιτική, ταξική και ριζοσπαστική. Γιατί ο φασισμός δεν αντιμετωπίζεται με ευχές.
Αντιμετωπίζεται με αγώνα.
Σπύρος Σασσάνης,
Κοινωνιολόγος, Επιστημονικά Υπεύθυνος Κέντρου Πρόληψης Φαέθων
Ιλίου, Πετρούπολης, Αγίων Αναργύρων Καματερού

