Εκλογές: Η στρατηγική του “να σωθεί ο καπιταλισμός από την τεχνοφεουδαρχία” αποδείχθηκε αυτογκόλ Γιώργος Ράγκος

Το ΜέΡΑ25 έχασε, σε σχέση με τις εκλογές του 2019, 40.000 ψήφους και από τις 194.576 (3,44%) βρέθηκε στις 154.185 (2,62%) και εκτός Βουλής. Μείωση κοντά στο 24%. Ήταν μία ήττα αν λάβει κανείς υπ' όψη του ότι δεν κέρδισε κάτι  ούτε  από την εκλογική "διεύρυνση" του ΜέΡΑ25 με την ΛΑΕ-ΑΑ. Το ερώτημα είναι γιατί; 

Αμέσως μετά τα αποτελέσματα των εκλογών, ο Βαρουφάκης, προσπαθώντας να απαντήσει, δήλωσε ότι "αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον ΣΥΡΙΖΑ που ενταφίασε την απλή αναλογική μη αποδεχόμενος την πρότασή μας εδώ και δύο χρόνια για μία προεκλογική σύμπραξη σε ένα κοινό μέτωπο ρήξης, με αποτέλεσμα να αναδυθεί αυτό το απίστευτο τσουνάμι της συντήρησης... ένας ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος υποσχόταν στον κόσμο πράγματα που έπρεπε να γίνουν αλλά για να γίνουν χρειαζόταν η ρήξη την οποία η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δαιμονοποίησε». 

Η απόδοση της εκλογικής ήττας του ΜέΡΑ25 (και του ΣΥΡΙΖΑ) στην άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για προεκλογική σύμπραξη είναι λάθος. Στη πραγματικότητα, ένας από τους βασικούς λόγους της ήττας του ΜέΡΑ25 ήταν ότι κρατούσε "ανοικτή" μέχρι και το τέλος της προεκλογικής περιόδου την πρόταση για έναν "πραγματικό, ειλικρινή διάλογο... για τη συγκρότηση ενός πραγματικού προοδευτικού μετώπου το οποίο θα στηρίξει μια προοδευτική διακυβέρνηση, που θα εφαρμόσει ένα πραγματικά προοδευτικό, ανατρεπτικό, ριζοσπαστικό πρόγραμμα Ρήξης με την ολιγαρχία". Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητούσε την "προοδευτική διακυβέρνηση" με το ΠΑΣΟΚ, και όχι με το ΜέΡΑ25, δεν αναιρεί το γεγονός ότι για τον Βαρουφάκη θα μπορούσε να υπάρξει ένα πρόγραμμα "κυβερνητικής συνεργασίας" με τον ΣΥΡΙΖΑ.  

Αν το ΜέΡΑ25 συγκροτήθηκε, όπως γράφει ο Βαρουφάκης, για να "υπηρετήσει το ΟΧΙ και την ΡΗΞΗ... με ένα συνεπές Πρόγραμμα που προσφέρει άμεσα εφαρμόσιμες λύσεις στα μεγάλα κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα..." τότε, ο προσανατολισμός για μία "προοδευτική κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ" (σε μία περίοδο μάλιστα που ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει ταφόπλακα στους αγώνες και στις διεκδικήσεις του κόσμου του αγώνα για να "συνομιλήσει" με τη μεσαία τάξη, συναινώντας στις βασικές επιλογές της κυβέρνησης), τότε έστειλε ένα λάθος μήνυμα στον κόσμο της αριστεράς που είναι και το ακροατήριο του ΜέΡΑ25.     

Το ερώτημα είναι γιατί υπήρχε αυτός ο προσανατολισμός; Η απάντηση είναι ότι το ΜέΡΑ25, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ, μοιράζονται την ίδια (αποτυχημένη) στρατηγική της διαχείρισης του καπιταλισμού. Είναι ένα κόμμα της αριστεράς του κοινοβουλευτικού δρόμου και της μεταρρύθμισης του καπιταλισμού. Για τον Βαρουφάκη, "το θέμα δεν είναι να σώσουμε τον καπιταλισμό, αλλά να τον σταθεροποιήσουμε, διότι αυτή η ελεύθερη πτώση βοηθά την Μαρίν Λε Πεν, τους φασίστες". Αυτή η στρατηγική καθορίζει και το πρόγραμμα, τις πολιτικές συμμαχίες και την ταξική αναφορά.

Απροσδιόριστη “ρήξη”

Το Πρόγραμμα του ΜέΡΑ25 είχε στον πυρήνα του την "δημιουργική ασάφεια" της "υπεύθυνης ανυπακοής" και την απροσδιόριστη "ρήξη για την επιβίωση αυτού του λαού" γεμάτο με μπόλικους νεολογισμούς, ευφάνταστους όρους και φαντασιακές ιδέες. Μία προσπάθεια να γεφυρώσει τον νεοφιλευθερισμό με τον κεϋνσιανισμό, ανακατεύοντας και λίγες αναφορές στον μαρξισμό, για να βρει "έξυπνες λύσεις" που θα μεταρρυθμίσουν το σύστημα ώστε η οικονομία να λειτουργεί χωρίς στρεβλώσεις, που προκαλούνται είτε από το κράτος, είτε από την "ολιγαρχία", για να είναι κερδισμένοι όλοι οι "πολίτες". Αλλά αν ο ΣΥΡΙΖΑ του 2015 αποδείχθηκε τραγωδία, το ΜέΡΑ25 του 2023 είναι φάρσα. 

Το ευρύ κοινό στην Ελλάδα, γνώρισε τον Βαρουφάκη με την κυκλοφορία του βιβλίου, που έγραψε μαζί με τους Galbraith και Holland (σύμβουλος του Ζακ Ντελόρ, του τότε Προέδρου της Κομισιόν), «Μια μετριοπαθής πρόταση για την επίλυση της κρίσης του ευρώ». Αυτή η "μετριοπαθής" πρόταση περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού μηχανισμού συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του τραπεζικού κεφάλαιου μακριά από κάθε δυνατότητα παρέμβασης των κρατών μελών. Το δημόσιο χρέος των χωρών-μελών να χωρίζεται σε δυο μέρη: ένα «Κατά Μάαστριχτ Νόμιμο» δηλαδή ίσο με το 60% του ΑΕΠ της χώρας και ένα «υπερβάλλον». Το πρώτο να αναχρηματοδοτείται από την ΕΚΤ με χαμηλά επιτόκια και το δεύτερο να τιμωρείται με επιπλέον πανωτόκια (spread). Η χρηματοδότηση δημοσίων επενδύσεων και προγραμμάτων ανακούφισης της ανθρωπιστικής κρίσης να γίνεται μέσα από την έκδοση ομολόγων που θα είναι «αξιόπιστα» γιατί θα έχουν μερική κάλυψη από την ΕΚΤ. Να σημειωθεί ότι, στη περίοδο της κρίσης στην πανδημία, η Λαγκάρντ και η ΕΚΤ εφάρμοσαν ένα πακέτο μέτρων με αυτή τη λογική και κατεύθυνση. 

Ο Τσίπρας έφερε τον Βαρουφάκη στον ΣΥΡΙΖΑ ως μία "μεταγραφή από τα δεξιά" στη περίοδο της προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ προς τον "ρεαλισμό" παραμονές των εκλογών του 2015. Πίσω από την "καταργήση των μνημονίων με ένα Νόμο και ένα Άρθρο" και "οι αγορές θα χορεύουν πεντοζάλι", ο Βαρουφάκης ανέλαβε, ως Υπουργός Οικονομικών, την "ανατροπή των μνημονίων" μέσα από τη «σκληρή διαπραγμάτευση» με τους δανειστές και την τρόικα με στόχο να τους πείσει ότι το Grexit θα είχε μεγαλύτερο οικονομικό κόστος για την ΕΕ από ό,τι η διευθέτηση του ελληνικού χρέους χωρίς μνημόνια. Δηλαδή, αν η Ελλάδα αντί για μνημόνια λιτότητας είχε ευρωπαϊκά προγράμματα ανάπτυξης θα μπορούσε να μπει σε ανάπτυξη, να αυξήσει το ΑΕΠ και να κάνει το χρέος διαχειρίσιμο και αποπληρωτέο προς τους δανειστές και την Τρόικα. Έτσι, όλοι θα ήταν ευχαριστημένοι. Η κατάληξη αυτής της "σκληρής διαπραγμάτευσης" είναι γνωστή. 

Όρκοι πίστης στην ΕΕ

Μπορεί ο Βαρουφάκης να έβγαλε, έστω και αργά, το συμπέρασμα από αυτή την εμπειρία, ότι «αυτή η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται», αλλά αυτό δεν μεταφράζεται στο πρόγραμμα με ρήξη - αποδέσμευση από την ευρωζώνη και την ΕΕ. Αυτό φάνηκε και με το περιβόητο σχέδιο «Δήμητρα», με την πρόταση, δηλαδή, ύπαρξης παράλληλων συστημάτων συναλλαγών και ρευστότητας για να γλυτώσουν οι πολίτες (από τον εργαζόμενο και τον άνεργο μέχρι τους επιχειρηματίες) τα "χαράτσια" των ιδιωτικών τραπεζών. Μία πρόταση που δεν έχει, όχι την κρατικοποίηση των τραπεζών, αλλά ούτε καν την αποκατάσταση του ελέγχου της Τράπεζας της Ελλάδος από την κυβέρνηση και την αποκοπή της από την Ευρωπαϊκή Κεντρικη Τράπεζα. Όταν η ΝΔ και ο Μητσοτάκης, σε μια προσπάθεια να πιέσουν το ΣΥΡΙΖΑ, κινδυνολογούσαν για τον "μελλοντικό κυβερνητικό εταίρο" Βαρουφάκη ότι «θέλει να κλείσει τις τράπεζες» και «να μας επιστρέψει στη δραχμή», ο ίδιος ο Βαρουφάκης αναγκάστηκε να δώσει "όρκους πίστης" στο ευρώ, στην ΕΚΤ και στην ίδια την ΕΕ.

Δεν είναι μόνο η οικονομική - δημοσιονομική πολιτική. Ας πάρουμε τις ιδιωτικοποιήσεις που αποδείχθηκε κεντρικό ζήτημα μετά το έγκλημα στα Τέμπη. Όταν η πλειοψηφία του κόσμου απαιτεί να σταματήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις και την κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων και όλων των υπηρεσιών κοινωνικών αγαθών, η πρόταση του ΜέΡΑ25 "πετάει τη μπάλα στην εξέδρα" με το “ούτε κρατισμός, ούτε ιδιωτικοποίηση”. 

Επειδή η αντίληψη του ΜέΡΑ25 είναι ότι οι όποιες αλλαγές έρθουν στην κοινωνία θα είναι από "τα πάνω", είτε από μία "προοδευτική κυβέρνηση" είτε από την "κοινοβουλευτική δράση", δεν πιστεύει, και άρα δεν οργανώνει, στους αγώνες των "από κάτω" σαν τη δύναμη που μπορούν να διεκδικήσουν και να κερδίσουν. Η "συνεισφορά" του ΜέΡΑ25 στις απεργίες και στις κινητοποιήσεις ήταν η "μεταφορά" στη Βουλή μέσω "επερωτήσεων" προς τα αρμόδια υπουργεία. 

Στη πραγματικότητα, η αντίθεση για το ΜέΡΑ25 δεν είναι κεφάλαιο - εργασία αλλά η "ολιγαρχία" κόντρα στην πλειοψηφία της κοινωνίας που μπορεί να περιλαμβάνει από τους εργαζόμενους μέχρι την "υγιή επιχειρηματικότητα που συνθλίβεται κάτω τις στρεβλώσεις της ελεύθερης αγοράς που προκαλεί η ολιγαρχία". Έτσι, η εργατική τάξη όχι μόνο δεν έχει κεντρικό πρωτοπόρο ρόλο αλλά υποβιβάζεται σε ένα κομμάτι του κοινωνικού παζλ.     

Το ΜέΡΑ25 λειτουργεί ως ένα προσωποκεντρικό αρχηγικό κόμμα, στη βάση της αναγνωρισιμότητας, των ιδεολογικών θέσεων και των πολιτικών πρωτοβουλιών του Γιάνη Βαρουφάκη. Ήταν λάθος η προσχώρηση σε αυτό από στελέχη της ΛΑΕ και δικαιώθηκε η κριτική που άσκησαν πολλά μέλη της ΛΑΕ που διαφώνησαν δημόσια με αυτή την επιλογή.

Αυτές οι εκλογές έδειξαν ότι, στην εποχή της πολύπλευρης κρίσης του καπιταλισμού, χρειαζόμαστε μία Αριστερά που δεν θα ψάχνει κυβερνητικές συνεργασίες για "έξυπνες" μεταρρυθμίσεις που θα "σώσουν τον καπιταλισμό από τον εαυτό του", αλλά που θα οργανώνει και στηρίζει τους αγώνες της εργατικής τάξης σαν την μοναδική δύναμη που μπορεί να αλλάξει την κοινωνία. Μία αριστερά που απέναντι στη «δημιουργική ασάφεια» θα προβάλλει το μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα. Ένα πρόγραμμα που συνδέει τους αγώνες του σήμερα με την αντικαπιταλιστική ανατροπή, ένα πρόγραμμα που δεν θα το επιβάλει μία "προοδευτική κυβέρνηση" αλλά η ίδια η εργατική τάξη παίρνοντας την εξουσία.